«Η βασική διαφορά της μοναρχίας απ’ τη δημοκρατία βρίσκεται στο γεγονός ότι στην πρώτη, ο γραφειοκρατικός κόσμος καταπιέζει κι απομυζά το λαό για ν’ αποκομίσει μεγαλύτερα κέρδη για τους προνομιούχους, τις ιδιοκτητικές τάξεις και για τις τσέπες του στ’ όνομα του βασιλιά, ενώ στη δημοκρατία θα καταπιέζει και θ’ απομυζά το λαό με τον ίδιο τρόπο, για τις ίδιες τσέπες και τις ίδιες τάξεις, στ’ όνομα, όμως, της λαϊκής θέλησης» (Μ. Μπακούνιν)
Από δεξιούς έως αριστερούς και από κυβερνητικούς έως τη συγχορδία των ΜΜΕ, όλοι βρίσκονται στον πυρετό της υποστήριξης του δόγματος των εξουσιαστών («δημοκρατία και πυγμή») που βρίσκεται από την πρώτη στιγμή της εφαρμογής του υπό αμφισβήτηση.
Το νέο αυτό δόγμα εγκαινιάστηκε με το θάνατο ενός μετανάστη από βασανιστήρια στο Α.Τ. Νίκαιας και την ασφυκτική παρουσία των μπάτσων στην περιοχή των Εξαρχείων, αποκαλύπτοντας τα ψέματα των κρατιστών – που δήλωναν τις πρώτες μέρες ότι «όποιος αστυνομικός τολμήσει και ακουμπήσει παράνομα πολίτη και λαθρομετανάστη θα αποβληθεί από το Αστυνομικό Σώμα με συνοπτικές διαδικασίες» και ότι «η Αστυνομία δεν θα κάνει ‘γιουρούσια’ και επιχειρήσεις σκούπα»1 – και αποδεικνύοντας έτσι έμπρακτα το μονόδρομο των προαποφασιμένων αντιανθρώπινων επιλογών του Κράτους.
Όλα αυτά τα οποία είναι αποφασισμένα από την κυριαρχία και πρόκειται να τεθούν σε εφαρμογή, υποχρεώνουν πολλές φορές το κράτος να προβεί στην αναδιοργάνωση της εξουσίας του, αναδιοργανώνοντας ουσιαστικά τις ίδιες τις λειτουργίες του, θέτοντας εγκλωβιστικές προοπτικές αλλά και λογικές. Στο πλαίσιο αυτό έγιναν τόσο οι διακηρύξεις των κρατιστών περί “χούλιγκαν” και “βανδάλων”, δηλώσεις που αποσκοπούσαν στο να πλήξουν τα κοινωνικά ερείσματα των αναρχικών και αντιεξουσιαστών, όσο και οι απομακρύνσεις κρατικών αξιωματούχων (διοικητή της Κρατικής Ασφάλειας Δημήτρη Σοφιό, αρχηγό της αστυνομίας Βασίλη Τσιατούρα κτλ.), αφού το κράτος δεν διστάζει να “κάψει” τους υπηρέτες του προκειμένου να βγει όσο το δυνατόν πιο αλώβυτο. Εκτός αυτού, μπροστά στην ερχόμενη επέτειο του Πολυτεχνείου και τη συμπλήρωση ενός χρόνου από την εξέγερση του 2008, δεν υπάρχουν περιθώρια για υπαναχωρήσεις και καθυστερήσεις στη δράση του για τον εκφοβισμό των αγωνιζόμενων ανθρώπων. Ήδη ο νέος υπουργός προστασίας του πολίτη, συνεχίζοντας την πολιτική του απερχόμενου υπουργού όσον αφορά την αντιμετώπιση της εγχώριας “τρομοκρατίας”, έσπευσε να ανοίξει το μέτωπο όχι πλέον με λογικές «χειρισμών εντυπωσιασμού» αλλά με επικηρύξεις, έναντι μάλιστα υψηλής χρηματικής αμοιβής.
Η αποστολή του μηνύματος και η πίεση εκ μέρους του κράτους για κοινωνική συναίνεση ήταν σαφής: η δημοκρατία των κυρίαρχων «δεν υποχωρεί, δεν τρομοκρατείται»2 και κάθε εξεγερτική απόπειρα πρέπει να καταδικάζεται από όλους. Εκείνο που δεν πρέπει να καταδικάζεται είναι η δημοκρατία, το σύστημα που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα όσων ελέγχουν, εξουσιάζουν, εκμεταλλεύονται και καταπιέζουν, το σύστημα που έχει σαν σκοπό τον καλλωπισμό της σκλαβιάς και την καλλιέργεια αυταπατών. Διότι άλλωστε «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα… Για όλα θα βρούμε τρόπους να πειστούν και να ξεγελαστούν οι υπήκοοι».