έμμονη ιδέα

Του ALBERT LIBERTAD

Ο Ντάραντ, αφήνοντας το ξενοδοχείο του, ένα χαμόγελο ικανοποίησης στα χείλη του, έκανε ένα μικρό βήμα πίσω, για να διαβάσει μια μικρή αφίσα:

Ενώ εμείς χανόμαστε στο δρόμο,

οι αστοί έχουν ανάκτορα να ζουν

Θάνατος στους αστούς!

Ζήτω η Αναρχία!

Τότε, χλεύασε, και φώναξε στο θυρωρό “Θα πάρεις τούτες τις ηλιθιότητες απ’ την πόρτα”

Και το ήρεμο χαμόγελό του επανήρθε όταν πρόσεξε, ένδοξους στην ανικανότητά τους, δύο αξιωματικούς σε περιπολία. Αλλά σταμάτησε την ίδια στιγμή μ’ αυτούς, κόκκινα φυλλάδια προεξείχαν στο τελείως λευκό του τοίχου:

Οι μπάτσοι είναι τα μπουλντόγκς των αστών

Θάνατος στους μπάτσους!

Ζήτω η Αναρχία!

Οι μπάτσοι χρησιμοποίησαν τα νύχια τους για να ξύσουν τις αφίσες κι ο Ντάραντ έφυγε ανήσυχος. Ενώ στη γωνιά της λεωφόρου, άκουσε τον ήχο σαλπίγγων και τυμπάνων και από μακρυά δύο τάγματα εμφανίστηκαν. Ένιωσε προστατευμένος κι ανάσανε με ανακούφιση.

Καθώς ένας θίασος πέρασε από μπρος του, ανακάλυψε· κείνη τη στιγμή, σαν πέταγμα πεταλούδων, ένα πλήθος τετράγωνων χαρτιών ν’ ανεμίζουν στον αέρα· αδιάφορα, διάβασε:

Ο στρατός είναι το σχολείο του εγκλήματος

Ζήτω η Αναρχία!

Ορισμένα απ’ τα χαρτιά έπεσαν απάνω στους στρατιώτες, άλλα τους κάλυψαν· η έμμονη ιδέα του συνέχισε, ένιωσε συντριμμένος απ’ τις ελαφρές πεταλούδες.

Όταν κάθισε στο συνηθισμένο του μέρος για να πιει μια μπύρα ή το συνηθισμένο απεριτίφ, στο τραπέζι βρισκόταν άλλο ένα φυλλάδιο:

Εμπρός λοιπόν, καταβρόχθισε, θα έρθει η μέρα που το μίσος θα μας μετατρέψει σε κανίβαλους.

Ζήτω η Αναρχία!

Χλεύασε, αλλά τούτη τη φορά δε γέμισε το ένα φλυτζάνι μετά τ’ άλλο.

Αφού σηκώθηκε, κατευθύνθηκε γοργά προς τη γωνιά του δρόμου X, όπου οι εκμεταλλευτές ζητούσαν εργάτες και μηχανικά έψαξε για την προπαγανδιστική αφίσα, την ανακάλυψε και διάβασε:

Το εκμεταλλευτικό Πράγμα ή Μηχανή ζητά τους γιους σας να τους ξεφτελίσει,

Να βιάσει τις κόρες σας, εσάς και τις γυναίκες σας

να σας εκμεταλλευτεί

Προσέξτε Παριζιάνοι.

Ζήτω η Αναρχία!

Κούνησε το κεφάλι του και κατευθύνθηκε προς το γραφείο του. Διάβασε σε μια πινακίδα: Ντάραντ και Σία, Κοινωνία σε μια πρωτεύουσα δύο εκατομμυρίων, αλλά, από κάτω, η ερεθιστική κριτική δήλωσε το κομμάτι της:

Το Κεφάλαιο είναι το προϊόν της εργασίας

κλεμμένο και συσσωρευμένο με οκνηρία.

Ζήτω η Αναρχία!

Απομακρύνθηκε γοργά. Φρόντισε για ορισμένες δουλειές, και για ν’ αποσπάσει τον εαυτό του, σκέφτηκε να δει την ερωμένη του. Στο δρόμο του, αγόρασε ένα μπουκέτο λουλούδια για να της προσφέρει.

Χαμογέλασε, βλέποντας μες στα άνθη κείνο που φαινόταν νάναι μια ερωτική επιστολή:

“Μερικοί στίχοι, τώρα, λέει αυτή;”

Η πορνεία είναι η διέξοδος πάρα πολλών αστών.

Κάνει κανείς το γιο του φτωχού ένα σκλάβο και την κόρη του μιαν εταίρα.

Ζήτω η Αναρχία!

Έριξε την ανθοδέσμη στο πρόσωπό του και τον ξαπόστειλε.

Ντροπιασμένος και κουρασμένος, επέστρεψε σπίτι, η πόρτα είτανε για μιαν ακόμη φορά στη συνηθισμένη της εμφάνιση.

Τώρα, κατά την είσοδό του στο σαλόνι, η σύζυγός του τού είπε: “Κοίταξε αυτό το βάζο που μόλις αγόρασα, τι ευκαιρία.” Το πήρε, το γύρισε, και το ξαναγύρισε· ένα κομμάτι χαρτιού έπεσε έξω:

Η πολυτέλεια της αστικής τάξης πληρώνεται με το αίμα του φτωχού.

Ζήτω η Αναρχία!

Αυτό το “Ζήτω η Αναρχία!” κι οι σκληρές της απαιτήσεις, oλ’ αυτά στριφογύριζαν γύρω του, και το ίδιο κείνο βράδυ, δεν πήγε να δει τη γυναίκα του, με το φόβο μήπως και βρει, σ’ ένα διακριτικό και καμουφλαρισμένο σημείο, ένα φυλλάδιο όπου θα διάβαζε:

Ο γάμος είναι νομιμοποιημένη πορνεία.

Ζήτω η Αναρχία!

Le Libertaire 26/08/1898

Μετάφρ. aixmi